Εσοχή στα ολλανδικά
Μετάφραση: εσοχή, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
reces, nis, uitsparing, verdieping, holte
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εσοχή
εσοχή στα αγγλικα, εσοχή translation, εσοχή παραγράφου, εσοχή τοίχου, εσοχή πρώτης γραμμής, εσοχή λεξικό γλώσσας ολλανδικά, εσοχή στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- εσκεμμένα στα ολλανδικά - moedwillig, wetens, bewust, willens en wetens, en wetens, opzettelijk
- εσκεμμένος στα ολλανδικά - opzettelijk, beraadslagen, doelbewuste, opzettelijke, bewuste
- εσπερινός στα ολλανδικά - avondlied, vesper, Evensong, avonddienst, de avonddienst
- εσπευσμένος στα ολλανδικά - haastig, gehaast, haastte zich, haastte, haastige
Τυχαίες λέξεις
Εσοχή στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: reces, nis, uitsparing, verdieping, holte
Μεταφράσεις: reces, nis, uitsparing, verdieping, holte