Ευλάβεια στα ολλανδικά

Μετάφραση: ευλάβεια, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
eerbied, verering, respect, ontzag, reverence
Ευλάβεια στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευλάβεια

ευλάβεια in english, ευλάβεια ετυμολογία, ευλάβεια συνώνυμα, ευλάβεια ταινια, ευλάβεια τι σημαινει, ευλάβεια λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ευλάβεια στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ευκρίνεια στα ολλανδικά - scherpte, de scherpte, beeldscherpte, scherp, scherpte van
  • ευκρινής στα ολλανδικά - doorzichtig, articuleren, verwoorden, te articuleren, formuleren, te verwoorden
  • ευλογία στα ολλανδικά - goedkeuring, fiat, zegening, zegen, weldaad, bijval, zegen te, ...
  • ευλογώ στα ολλανδικά - wijden, zegenen, inzegenen, zegen, zegene, zegent, te zegenen
Τυχαίες λέξεις
Ευλάβεια στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: eerbied, verering, respect, ontzag, reverence