Θανατηφόρος στα ολλανδικά
Μετάφραση: θανατηφόρος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
noodlottig, dodelijk, dodelijke, letale, lethale, letaal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θανατηφόρος
θανατηφόρος ένεση, θανατηφόρος ιός mers, θανατηφόρος βοηθός, θανατηφόροσ πυρετόσ, θανατηφόρος οικογενής αϋπνία, θανατηφόρος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, θανατηφόρος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- θανάσιμος στα ολλανδικά - persoon, knul, snuiter, kerel, moorddadig, enkeling, menselijk, ...
- θανατηφόρα στα ολλανδικά - fataal, dodelijk, noodlottig, fatale, dodelijke
- θαρραλέα στα ολλανδικά - moedig, dapper, moedige, moed, moedig te
- θαρραλέος στα ολλανδικά - brutaal, moedig, dapper, stout, corpulent, zwaarlijvig, koen, ...
Τυχαίες λέξεις
Θανατηφόρος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: noodlottig, dodelijk, dodelijke, letale, lethale, letaal
Μεταφράσεις: noodlottig, dodelijk, dodelijke, letale, lethale, letaal