Καλύβα στα ολλανδικά

Μετάφραση: καλύβα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
tent, barak, afdak, loods, huisje, kraam, luifel, stalletje, keet, hut, stulp, schuur, hut van, De hut, De hut van, hutje
Καλύβα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καλύβα

καλύβα χρηστάκη, καλύβα αικατερίνη, καλύβα ευαγγελία, καλύβα κατασκήνωση, καλύβα ψηλά στο βουνό, καλύβα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καλύβα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • καλός στα ολλανδικά - bekwaam, welnu, bedreven, geslacht, vakman, welwillend, deskundig, ...
  • καλότυχος στα ολλανδικά - gelukkig, geluk, het geluk, gelukkige, fortuinlijke
  • καλύπτω στα ολλανδικά - bedekking, bedekken, toedekken, beleggen, omslag, deken, deksel, ...
  • καλώ στα ολλανδικά - aanschrijven, telefoontje, roep, telefoongesprek, oproepen, roepen
Τυχαίες λέξεις
Καλύβα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: tent, barak, afdak, loods, huisje, kraam, luifel, stalletje, keet, hut, stulp, schuur, hut van, De hut, De hut van, hutje