Καρνέ στα ολλανδικά

Μετάφραση: καρνέ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schrift, katern, aflevering, notitieboekje, aantekenboekje, notebook, laptop
Καρνέ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καρνέ

καρνέ ατα, το καρνέ, μαρσέλ καρνέ, καρνέ επιταγών, κορνέ μίας εταίρας, καρνέ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καρνέ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • καριέρα στα ολλανδικά - loopbaan, carrière, carriere, loopbaanontwikkeling
  • καρκίνος στα ολλανδικά - kanker, van kanker, kanker te, kankercellen
  • καρναβάλι στα ολλανδικά - carnaval, Carnival, van Carnaval, carnaval van, kermis
  • καρούμπαλο στα ολλανδικά - bochel, bult, knobbel, knop, klontje, draaiknop, regelaar
Τυχαίες λέξεις
Καρνέ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: schrift, katern, aflevering, notitieboekje, aantekenboekje, notebook, laptop