Katern στα ελληνικά

Μετάφραση: katern, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σημειωματάριο, καρνέ, τμήμα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο
Katern στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kastekort στα ελληνικά - έλλειψη, έλλειμμα, ελλείμματος, του ελλείμματος, το έλλειμμα, έλλειμμα του
  • kat στα ελληνικά - γάτα, γάτας, cat, γάτες, της γάτας
  • katheder στα ελληνικά - κούτσουρο, αναλόγιο, αναλογίου, lectern, αναλόγιο το, αναλόγιο του ομιλητή
  • kathedraal στα ελληνικά - καθεδρικός ναός, καθεδρικός, καθεδρικό ναό, καθεδρικού ναού, τον καθεδρικό ναό
Τυχαίες λέξεις
Katern στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σημειωματάριο, καρνέ, τμήμα, ενότητα, παράγραφο, τμήματος, σημείο