Καταγγελία στα ολλανδικά
Μετάφραση: καταγγελία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
klacht, grief, klacht in, klachten, de klacht
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταγγελία
καταγγελία μίσθωσης κατοικίας από εκμισθωτή, καταγγελία σύμβασης ορισμένου χρόνου πριν τη λήξη, καταγγελία μίσθωσης, καταγγελία σύμβασης δανείου, καταγγελία εμπορικής μίσθωσης, καταγγελία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, καταγγελία στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- καταβροχθίζω στα ολλανδικά - verslinden, schrokken, opslokken, slokken, gobble, slok
- καταγγέλλω στα ολλανδικά - beschuldigen, voor het gerecht dagen, dagvaarden, gerecht dagen, het gerecht dagen
- καταγράφω στα ολλανδικά - schijf, vastleggen, plaat, grammofoonplaat, record, discus, boeken, ...
- καταγωγή στα ολλανδικά - geboorte, afkomst, afdaling, neerdaling, winning, oorsprong, herkomst, ...
Τυχαίες λέξεις
Καταγγελία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: klacht, grief, klacht in, klachten, de klacht
Μεταφράσεις: klacht, grief, klacht in, klachten, de klacht