Κατατάσσω στα ολλανδικά

Μετάφραση: κατατάσσω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
toerbeurt, gelid, rij, beurt, status, graad, file, stand, reeks, rang, Rank, rangschikking, ranking
Κατατάσσω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατατάσσω

κατατάσσω στα αγγλικά, κατατάσσω λεξικο, κατατάσσω συνωνυμα, κατατάσσω συνώνυμο, κατατάσσω αγγλικά, κατατάσσω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κατατάσσω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • καταστροφικός στα ολλανδικά - rampzalig, catastrofaal, katastrofisch
  • κατατάσσομαι στα ολλανδικά - samenbinden, samenbrengen, toetreden, samenvoegen, aansluiten, verenigen, vastbinden, ...
  • κατατρομάζω στα ολλανδικά - ontstellen, ontzetten, onthutsen, imponeren, te imponeren, overawe, intimideren, ...
  • καταυλισμός στα ολλανδικά - kamp, camping, camp, het kamp, leger
Τυχαίες λέξεις
Κατατάσσω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: toerbeurt, gelid, rij, beurt, status, graad, file, stand, reeks, rang, Rank, rangschikking, ranking