Κριτής στα ολλανδικά
Μετάφραση: κριτής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
richter, oordelen, berechten, beoordelen, rechter, jurylid, keurmeester
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κριτής
κριτής & ραψωδός φιλόλογος - περί του έλληνα ακροατή στιχοι, κριτής του ισραήλ, κριτής - μη μου ζητάς (για σένα μικρή μου) lyrics, κριτήσ γεδεών, κριτής σαμψών, κριτής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κριτής στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κριθαράκι στα ολλανδικά - hok, orzo
- κριτήριο στα ολλανδικά - criterium, grootte, mate, maatstaf, normaal, norm, maatregel, ...
- κριτικάρω στα ολλανδικά - bekritiseren, kritiseren, kritiek, kritiek op, verwijten
- κριτική στα ολλανδικά - bespreken, revaluatie, periodiek, kritiek, schouw, tijdschrift, inspectie, ...
Τυχαίες λέξεις
Κριτής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: richter, oordelen, berechten, beoordelen, rechter, jurylid, keurmeester
Μεταφράσεις: richter, oordelen, berechten, beoordelen, rechter, jurylid, keurmeester