Κρυφακούω στα ολλανδικά

Μετάφραση: κρυφακούω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
afluisteren, luisteren, af te luisteren, eavesdrop, afgeluisterd
Κρυφακούω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κρυφακούω

κρυφακούω συνώνυμα, κρυφακούω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κρυφακούω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κρυολόγημα στα ολλανδικά - kou, verkoudheid, koud, kil, koude, koel
  • κρυοπάγημα στα ολλανδικά - bevrorenheid, bevriezing, bevriezingsverschijnselen, bevriezing te, bevriezingen
  • κρυφοκοιτάζω στα ολλανδικά - tjilpen, kwetteren, piepen, sjilpen, gluren, Peep, blik, ...
  • κρυφός στα ολλανδικά - sluipen, stiekem, sneaking, heimelijk nemen, het heimelijk nemen
Τυχαίες λέξεις
Κρυφακούω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: afluisteren, luisteren, af te luisteren, eavesdrop, afgeluisterd