Κυριαρχώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: κυριαρχώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
overweldigen, Overmaster
Κυριαρχώ στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κυριαρχώ

κυριαρχώ στα αγγλικά, κυριαρχώ translate, κυριαρχώ in english, κυριαρχώ συνώνυμο, κυριαρχώ συνώνυμα, κυριαρχώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κυριαρχώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κυρίως στα ολλανδικά - hoofdzakelijk, voornamelijk, vooral, name, met name
  • κυριαρχία στα ολλανδικά - territorium, grondgebied, territoir, gouw, dominion, bol, goed, ...
  • κυριολεκτικά στα ολλανδικά - letterlijk
  • κυριολεκτικός στα ολλανδικά - woordelijk, letterlijk, letterlijke, literal, de letterlijke
Τυχαίες λέξεις
Κυριαρχώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: overweldigen, Overmaster