Λαβύρινθος στα ολλανδικά
Μετάφραση: λαβύρινθος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
doolhof, labyrint, labyrinth
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαβύρινθος
λαβύρινθος χερσόνησος, λαβύρινθος κρήτης, λαβύρινθος πάτρα, λαβύρινθος παιχνίδι, λαβύρινθος ετ3, λαβύρινθος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λαβύρινθος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- λαβίδα στα ολλανδικά - schaar, knijper, pincet, een pincet, pincetten, tweezers, tang
- λαβωμένος στα ολλανδικά - aangeschoten, verwond, gewond, gewonden, gewonde, gekwetst
- λαβώνω στα ολλανδικά - verwonden, aanschieten, kwetsuur, blessure, verwonding, kwetsen, aangrijpend, ...
- λαγαρός στα ολλανδικά - doorzichtig, Lagarias
Τυχαίες λέξεις
Λαβύρινθος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: doolhof, labyrint, labyrinth
Μεταφράσεις: doolhof, labyrint, labyrinth