Λοφοπλαγιά στα ολλανδικά
Μετάφραση: λοφοπλαγιά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
glooiing, helling, schuinte, heuvel, heuvels, heuvel met, een heuvel
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λοφοπλαγιά
λοφοπλαγιά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λοφοπλαγιά στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- λοφίο στα ολλανδικά - veer, pen, pluim, veder, kuif, top, kruin, ...
- λοφίσκος στα ολλανδικά - heuveltje, heuvel, hillock, Butte Montmartre, de Butte Montmartre
- λοφώδης στα ολλανδικά - heuvelachtig, bergachtig, heuvelachtige, vlak, heuvelig
- λοχίας στα ολλανδικά - sergeant, brigadier, de Sergeant, wachtmeester
Τυχαίες λέξεις
Λοφοπλαγιά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: glooiing, helling, schuinte, heuvel, heuvels, heuvel met, een heuvel
Μεταφράσεις: glooiing, helling, schuinte, heuvel, heuvels, heuvel met, een heuvel