Μοδίστρα στα ολλανδικά
Μετάφραση: μοδίστρα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
naaister, seamstress
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοδίστρα
μοδίστρα αθήνα, μοδίστρα τιμές, μοδίστρα αγία παρασκευή, μοδίστρα χαλάνδρι, μοδίστρα μαρούσι, μοδίστρα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μοδίστρα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μνηστήρας στα ολλανδικά - verloofd, verloofde, verloofden, ondertrouwd, betrothed
- μοίρα στα ολλανδικά - band, levenslot, scheur, bende, splijten, overvloed, kavel, ...
- μοιράζομαι στα ολλανδικά - actie, bijdrage, aandeel, delen in, aandeel in de, aandeel in het, aandeel van
- μοιράζω στα ολλανδικά - verspreiden, overeenkomst, kloven, toedienen, uitspreiden, mennen, voeren, ...
Τυχαίες λέξεις
Μοδίστρα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: naaister, seamstress
Μεταφράσεις: naaister, seamstress