Λέξη: αθέατος

Σχετικές λέξεις: αθέατος

αθέατος κόσμος χαρδαβέλλας, αθέατος κόσμος live, αθέατος κόσμος χαρδαβέλας, αθέατοσ κόσμοσ alter, αθέατος σφυγμός, αθέατος κόσμος, αθέατοσ κόσμοσ 2013, αθέατος κόσμος - τρίτη 19 οκτωβρίου 2004

Συνώνυμα: αθέατος

αόρατος, αθώρητος

Μεταφράσεις: αθέατος

αθέατος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
unseen, invisible, viewless, completely hidden, unseeable

αθέατος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
invisible, invisibles

αθέατος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
unsichtbar, unbesehen, unsichtbaren, unsichtbare, unsichtbarer, sichtbar

αθέατος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
invisible, inaperçu, discret, invisibles

αθέατος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
invisibile, invisibili, visibile

αθέατος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
despercebido, desselar, invisível, invisíveis

αθέατος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ongezien, onzichtbaar, onzichtbare, zichtbaar, onzichtbaar is, onzichtbaar zijn

αθέατος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
слепой, незаметный, незримый, пластичный, невидимый, неразличимый, невидный, скрытый, тайный, невидимым, невидимыми, невидимой, невидимы

αθέατος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
usynlig, usynlige, synlig

αθέατος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
osynlig, osynliga, osynligt, syns

αθέατος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ennennäkemätön, näkymätön, näkymättömiä, näkymättömän, näkymätöntä, näkymättömät

αθέατος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
usynlige, usynlig, usynligt

αθέατος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
neviditelný, neviditelné, neviditelná, neviditelným, vidět

αθέατος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
niewidoczny, niewidzialny, sympatyczny, niewidoczne, niewidzialne, niewidoczna

αθέατος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
látatlanul, láthatatlan, látható, láthatatlanná, láthatatlanok, a láthatatlan

αθέατος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
görünmez, görünmeyen, görünmez bir

αθέατος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
невидимість, невидимий, невиразність, невидиме

αθέατος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
padukshëm, i padukshëm, padukshme, të padukshme, e padukshme

αθέατος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
невидим, невидима, невидими, невидимо, невидимата

αθέατος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нябачны, нябачная, нябачнае, нябачную

αθέατος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nähtamatu, nähtamatud, nähtamatuks, nähtamatut, nähtamatute

αθέατος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
neprimijećen, nevidljiv, neviđen, nevidljivi, nevidljiva, nevidljivo, nevidljive

αθέατος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ósýnilega, ósýnilegt, ósýnileg, ósýnilegur, ósýnilegir

αθέατος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nematomas, nematoma, nematomi, nematomos, nepastebimas

αθέατος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
neredzams, neredzamu, neredzami, neredzama

αθέατος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
невидливи, невидливите, невидлив, невидливата, невидливо

αθέατος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
invizibil, invizibile, invizibilă, invizibila, invizibili

αθέατος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
neviden, nevidni, nevidno, nevidna, nevidne

αθέατος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
neviditeľný, neviditeľné, neviditelný
Τυχαίες λέξεις