Μπέρδεμα στα ολλανδικά
Μετάφραση: μπέρδεμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verwarring, verwardheid, verwarring te, verwarringsgevaar
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπέρδεμα
το μπέρδεμα, μπέρδεμα συνώνυμα, μπέρδεμα κηφισιά, μπέρδεμα καισαριανή, μπέρδεμα δράμα, μπέρδεμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μπέρδεμα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μπάρα στα ολλανδικά - hek, afsluiting, slagboom, heining, versperring, barrière, bar, ...
- μπέικον στα ολλανδικά - spek, bacon
- μπέρτα στα ολλανδικά - kaaps, kaap, Bertha, van Bertha, kraagkant
- μπήγω στα ολλανδικά - duwen, stoten, inrijden, rijden in, rijdt, rijden naar, rijden naar de
Τυχαίες λέξεις
Μπέρδεμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verwarring, verwardheid, verwarring te, verwarringsgevaar
Μεταφράσεις: verwarring, verwardheid, verwarring te, verwarringsgevaar