Μπαχαρικό στα ολλανδικά
Μετάφραση: μπαχαρικό, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
specerij, kruid, kruiden, specerijen, spice
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπαχαρικό
μπαχαρικο κουρκουμάς, μπαχαρικό σμυρνιό, κύμινο μπαχαρικό, μπαχαρικό κάρυ, μπαχαρικό σουμάκ, μπαχαρικό λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μπαχαρικό στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μπατάρω στα ολλανδικά - batterij, accu, de batterij, batterijen, de accu
- μπαταρία στα ολλανδικά - accu, accumulator, batterij, de batterij, batterijen, de accu
- μπαϊράκι στα ολλανδικά - wimpel, standaard, dundoek, banier, vlag, vendel, veldteken, ...
- μπεζ στα ολλανδικά - beige
Τυχαίες λέξεις
Μπαχαρικό στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: specerij, kruid, kruiden, specerijen, spice
Μεταφράσεις: specerij, kruid, kruiden, specerijen, spice