Μπουντρούμι στα ολλανδικά
Μετάφραση: μπουντρούμι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kerker, Dungeon, kerker van, de kerker
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπουντρούμι
μπουντρούμι του λονδίνου, μπουντρούμι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μπουντρούμι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μπουμπουνίζω στα ολλανδικά - bulderen, daveren, donderen, donder, boumpounizo
- μπουμπούκι στα ολλανδικά - botten, spruiten, knop, uitbotten, kiem, bud, knoppen, ...
- μπουσουλάω στα ολλανδικά - kruipen, crawl, kruip, kruipt, crawlen
- μπουφές στα ολλανδικά - buffet, bar, restauratie, kast, tapkast, ontbijtbuffet, geserveerd, ...
Τυχαίες λέξεις
Μπουντρούμι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: kerker, Dungeon, kerker van, de kerker
Μεταφράσεις: kerker, Dungeon, kerker van, de kerker