Ξερός στα ολλανδικά

Μετάφραση: ξερός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dor, droog, drogen, droge, een droge, de droge
Ξερός στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξερός

ξερός κύπρος, ξηρός λαιμός, ξερός ποταμός, και ξερόσ, μπακαλιάρος ξερός, ξερός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ξερός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ξερνώ στα ολλανδικά - braken, overgeven, vomeren, spugen, kotsen, braakmiddel, braking, ...
  • ξεροτηγανίζω στα ολλανδικά - bak, bak ze, pootvis, fry, gebraden gerecht
  • ξεσήκωμα στα ολλανδικά - opstand, onlusten, opstand van, de opstand, opstand in, opstand te
  • ξεσηκώνω στα ολλανδικά - opwekken, wekken, wakkeren, aanwakkeren, hitsen, te wakkeren
Τυχαίες λέξεις
Ξερός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: dor, droog, drogen, droge, een droge, de droge