Ολοκλήρωση στα ολλανδικά
Μετάφραση: ολοκλήρωση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
voltooiing, afronding, de voltooiing, voltooid, afloop
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ολοκλήρωση
ολοκλήρωση μετάφραση, ολοκλήρωση μητροπολιτικών δακτυλίων με εθνικά δίκτυα, ολοκλήρωση κλήσησ σε κατειλημμένη σύνδεση, ολοκλήρωση κλήσης σε κατειλημμένη σύνδεση isdn, ολοκλήρωση english, ολοκλήρωση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ολοκλήρωση στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ολισθηρός στα ολλανδικά - glibberig, ongrijpbaar, glad, gladde, glibberige
- ολοκαύτωμα στα ολλανδικά - brandoffer, slachting, holocaust, de Holocaust
- ολοκληρώνω στα ολλανδικά - volslagen, volledig, vol, ophouden, voltallig, compleet, puur, ...
- ολοφάνερος στα ολλανδικά - evident, duidelijk, blijkt, zichtbaar, duidelijke
Τυχαίες λέξεις
Ολοκλήρωση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: voltooiing, afronding, de voltooiing, voltooid, afloop
Μεταφράσεις: voltooiing, afronding, de voltooiing, voltooid, afloop