Ονοματολογία στα ολλανδικά
Μετάφραση: ονοματολογία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
nomenclatuur, nomenclatuur van, de nomenclatuur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ονοματολογία
ονοματολογία ανόργανων ενώσεων, ονοματολογία ανέμων, ονοματολογία υδρογονανθράκων, ονοματολογία χημικών στοιχείων, ονοματολογία εστέρων, ονοματολογία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ονοματολογία στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ονομαστικός στα ολλανδικά - nominaal, nominale, de nominale, een nominale, het nominale
- ονομαστός στα ολλανδικά - beroemd, beroemde, bekende, bekend, de beroemde
- οντότητα στα ολλανδικά - wezen, geheel, entiteit, dienst, eenheid
- οξείδιο στα ολλανδικά - oxyde, oxide, leenoxide
Τυχαίες λέξεις
Ονοματολογία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: nomenclatuur, nomenclatuur van, de nomenclatuur
Μεταφράσεις: nomenclatuur, nomenclatuur van, de nomenclatuur