Οραματιστής στα ολλανδικά

Μετάφραση: οραματιστής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
visualizer, visuele effecten, een visualizer, visualiseerder, de visuele effecten
Οραματιστής στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οραματιστής

οραματιστής αλχημιστης, οραματιστής λεξικό, οραματιστής σεβάν, οραματιστής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, οραματιστής στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ορίζοντας στα ολλανδικά - kijk, gezicht, kim, horizon, aanblik, uitzicht, gezichtsvermogen, ...
  • ορίζω στα ολλανδικά - voorschrijven, benoemen, aanstellen, definiëren, bepalen, omschrijven, te definiëren, ...
  • ορατός στα ολλανδικά - zichtbaar, toegankelijk, zichtbare, zichtbaar is, zichtbaar zijn
  • ορατότητα στα ολλανδικά - zichtbaarheid, zicht, de zichtbaarheid, zichtbaar, zichtbaarheid van
Τυχαίες λέξεις
Οραματιστής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: visualizer, visuele effecten, een visualizer, visualiseerder, de visuele effecten