Παράβαση στα ολλανδικά
Μετάφραση: παράβαση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
overtreding, zonde, misdrijf, schending, inbreuk, overtredingen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παράβαση
παράβαση υπαλληλικού καθήκοντος, παράβαση καθήκοντος, παραβίαση συμμόρφωσης, παράβαση στίχοι, παράβαση ουσιώδους τύπου, παράβαση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, παράβαση στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- παπούτσια στα ολλανδικά - schoeisel, Schoenen, Shoes, Schoenen van, de schoenen
- παππούς στα ολλανδικά - grootvader, opa, grootvader van, overgrootvader, de grootvader
- παράγκα στα ολλανδικά - keet, tent, loods, kraam, huisje, stalletje, luifel, ...
- παράγομαι στα ολλανδικά - aftappen, factoren, factoren die, Factors, elementen
Τυχαίες λέξεις
Παράβαση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: overtreding, zonde, misdrijf, schending, inbreuk, overtredingen
Μεταφράσεις: overtreding, zonde, misdrijf, schending, inbreuk, overtredingen