Πεζοναύτης στα ολλανδικά

Μετάφραση: πεζοναύτης, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
marinier, zee-, mariene, marine, zee
Πεζοναύτης στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεζοναύτης

ο πεζοναύτης, πεζοναύτης σημασία, κουρείο πεζοναύτης, πεζοναύτης λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πεζοναύτης στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πεζικό στα ολλανδικά - voetvolk, infanterie, de Infanterie, infanterie van, van de Infanterie
  • πεζοδρόμιο στα ολλανδικά - stoep, wegdek, bestrating, trottoir, plaveisel, voetpad, sidewalk, ...
  • πεζοπορία στα ολλανδικά - wandelen, lopen, wandeling, loop, te lopen
  • πεζούλα στα ολλανδικά - bank, zitbank, bankje, bench, de bank
Τυχαίες λέξεις
Πεζοναύτης στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: marinier, zee-, mariene, marine, zee