Πελούζα στα ολλανδικά

Μετάφραση: πελούζα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
perk, grasmat, gazon, grasperk, grasveld, Peluso
Πελούζα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πελούζα

πελούζα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πελούζα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πελατεία στα ολλανδικά - cliënteel, klandizie, klantenkring, klanten, clientèle
  • πελεκώ στα ολλανδικά - houwen, uithouwen, HEW, houw, van HEW
  • πελώριος στα ολλανδικά - monumentaal, reusachtig, royaal, gigantisch, groot, immens, geweldig, ...
  • πεμπτουσία στα ολλανδικά - kwintessens, Quintessence, essentie, kern, toppunt
Τυχαίες λέξεις
Πελούζα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: perk, grasmat, gazon, grasperk, grasveld, Peluso