Πικάντικο στα ολλανδικά

Μετάφραση: πικάντικο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gekruid, kruidig, pittige, kruidige, pittig
Πικάντικο στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πικάντικο

πικάντικο ρέθυμνο, πικάντικο λαχταριστό λαχματζούν, πικάντικο λεμεσός, πικάντικο κοτόπουλο με πιπεριές, πικάντικο ρύζι, πικάντικο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πικάντικο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πιθανός στα ολλανδικά - mogelijk, bestaanbaar, denkbaar, waarschijnlijk, aannemelijk, kans, waarschijnlijke, ...
  • πιθανότητα στα ολλανδικά - kans, geval, incidenteel, uitzicht, geluk, gebeurtenis, toevallig, ...
  • πικάντικος στα ολλανδικά - pikant, prikkelend, gekruid, scherp, bijtend, prikkelende
  • πικρά στα ολλανδικά - bitter, bittere, verbitterd
Τυχαίες λέξεις
Πικάντικο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: gekruid, kruidig, pittige, kruidige, pittig