Πλάσιμο στα ολλανδικά

Μετάφραση: πλάσιμο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
figuratie, configuratie, figuration, de figuratie, guratie
Πλάσιμο στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλάσιμο

πλάσιμο τσουρεκιών, πλάσιμο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πλάσιμο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πλάνη στα ολλανδικά - ontwerp, gelijk, plattegrond, vliegtuig, opzet, zweefvliegen, vliegmachine, ...
  • πλάνης στα ολλανδικά - landloper, zwerver, vagebond, Rover, de Rover, van Rover
  • πλάσμα στα ολλανδικά - woesteling, wezen, beest, dierlijk, schepsel, creature, dier
  • πλάστιγγα στα ολλανδικά - overschot, saldo, evenwicht, symmetrie, balans, weegschaal, schaal, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλάσιμο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: figuratie, configuratie, figuration, de figuratie, guratie