Ποιητής στα ολλανδικά

Μετάφραση: ποιητής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dichter, dichteres, romans, de dichter, poëet
Ποιητής στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ποιητής

ποιητής των αιδοίων, ποιητής καβάφης, ποιητής καρούζος, ποιητής φανφάρας μαυρα κορακια, ποιητής και μούσα εγγονόπουλος, ποιητής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ποιητής στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ποζάρω στα ολλανδικά - gemaaktheid, zetten, zitten, poseren, aanstellerij, leggen, neerleggen, ...
  • ποιανού στα ολλανδικά - wiens, waarvan, wier, welks, van wie
  • ποιητικός στα ολλανδικά - poëtisch, dichterlijk, poëtische, dichterlijke, poetische
  • ποικίλλω στα ολλανδικά - werken, variëren, afwisselen, vlekken, vlek, mottle, marmerstructuur, ...
Τυχαίες λέξεις
Ποιητής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: dichter, dichteres, romans, de dichter, poëet