Σαπούνι στα ολλανδικά

Μετάφραση: σαπούνι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zeep, soap, zepen
Σαπούνι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σαπούνι

σαπούνι γάλα γαιδούρας, σαπούνι καστίλλης τιμη, σαπούνι καστίλλης, σαπούνι αμάλθεια, σαπούνι θείου, σαπούνι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σαπούνι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • σαπιοκάραβο στα ολλανδικά - bak, bad, tobbe, badkuip, kuip, teil, ton, ...
  • σαπισμένος στα ολλανδικά - verrot, bedorven, rot, rotte, verrotte
  • σαπρός στα ολλανδικά - verrot, rot, bedorven, putrid, verrotte, rottende
  • σαράντα στα ολλανδικά - veertig, voorbije, veertigtal, en veertig
Τυχαίες λέξεις
Σαπούνι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zeep, soap, zepen