Σημείωμα στα ολλανδικά
Μετάφραση: σημείωμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
notitie, noot, aantekening, nota, biljet
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σημείωμα
σημείωμα κατάταξης, σημείωμα στα ασφαλιστικά μέτρα, σημείωμα για ανατροπή κατάσχεσης, σημείωμα ασφαλιστικά μέτρα υπόδειγμα, σημείωμα αίτησης αναστολής, σημείωμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σημείωμα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- σημαντικός στα ολλανδικά - ernstig, veelbetekenend, erg, belangrijk, zwaar, majoor, voornaamste, ...
- σημασία στα ολλανδικά - uitvloeisel, effecten, belang, kroniek, bedoeling, consequentie, doel, ...
- σημείωση στα ολλανδικά - commentaar, muzieknoot, kaartje, aantekening, notitie, nota, plaatsbewijs, ...
- σημειωματάριο στα ολλανδικά - aflevering, katern, schrift, notitieboekje, aantekenboekje, notebook, laptop
Τυχαίες λέξεις
Σημείωμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: notitie, noot, aantekening, nota, biljet
Μεταφράσεις: notitie, noot, aantekening, nota, biljet