Σοβάτισμα στα ολλανδικά
Μετάφραση: σοβάτισμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
plasterering
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σοβάτισμα
σοβάτισμα ταβάνι, σοβάτισμα τιμές, σοβάτισμα με κόλλα πλακιδίων, σοβάτισμα τοίχου, σοβάτισμα τοίχων, σοβάτισμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σοβάτισμα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- σμαραγδένιος στα ολλανδικά - smaragd, emerald, smaragdgroen, smaragdgroene, smaragden
- σνακ στα ολλανδικά - twaalfuurtje, lunch, snacks, hapjes, snack
- σοβαρά στα ολλανδικά - ernstig, serieus, ernstige, serieus te, zwaar
- σοβαρός στα ολλανδικά - duchtig, bar, gestreng, statig, zwaarwichtig, belangrijk, voornaam, ...
Τυχαίες λέξεις
Σοβάτισμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: plasterering
Μεταφράσεις: plasterering