Σοκολάτα στα ολλανδικά
Μετάφραση: σοκολάτα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
chocolade, chocola, chocolate, chocolademelk, chocolade-
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σοκολάτα
σοκολάτα βιενουά, σοκολάτα 56, σοκολάτα θερμίδες, σοκολάτα λακτα, σοκολάτα ρόφημα, σοκολάτα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σοκολάτα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- σοκ στα ολλανδικά - schokken, schudden, kwetsen, choqueren, opschudden, schok, shock, ...
- σοκάκι στα ολλανδικά - steeg, Backstreet, achterstraat, in achterstraat, van Backstreet, achterafstraatje
- σολομός στα ολλανδικά - zalm, de zalm, zalmen, zalm van, zalm-
- σοπράνο στα ολλανδικά - sopraan, Sopran, soprano, discant, de sopraan
Τυχαίες λέξεις
Σοκολάτα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: chocolade, chocola, chocolate, chocolademelk, chocolade-
Μεταφράσεις: chocolade, chocola, chocolate, chocolademelk, chocolade-