Σοφέρ στα ολλανδικά

Μετάφραση: σοφέρ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bestuurder, chauffeur, chauffeurskaart, chauffeursdiensten, de chauffeur
Σοφέρ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σοφέρ

ζητείται σοφέρ, σοφέρ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σοφέρ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • σουφρώνω στα ολλανδικά - wip, slag, Swipe, vegen, veeg
  • σοφά στα ολλανδικά - verstandig, wijselijk, Wisely, wijs, verstandig te
  • σοφία στα ολλανδικά - wijsheid, de wijsheid
  • σοφίτα στα ολλανδικά - dakkamertje, zolderkamertje, attisch, zolderkamer, zolder, vliering, zolderverdieping, ...
Τυχαίες λέξεις
Σοφέρ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bestuurder, chauffeur, chauffeurskaart, chauffeursdiensten, de chauffeur