Συσκευασία στα ολλανδικά

Μετάφραση: συσκευασία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verpakking, pakketje, pakket, arrangement
Συσκευασία στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συσκευασία

συσκευασία δώρου, συσκευασία προϊόντων, συσκευασία κοσμημάτων, συσκευασία bulk, συσκευασία μελιού, συσκευασία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, συσκευασία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • συσκευάζω στα ολλανδικά - hoop, boel, stapel, menigte, verpakken, tas, troep, ...
  • συσκευή στα ολλανδικά - foefje, inrichting, hulpmiddelen, toestel, apparaat, het apparaat
  • συσκευαστής στα ολλανδικά - packer, verpakker, pakker, inpakker, pakking
  • συσπειρώνω στα ολλανδικά - spoel, spiraal, coil, rol, batterij
Τυχαίες λέξεις
Συσκευασία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verpakking, pakketje, pakket, arrangement