Σωληνοειδής στα ολλανδικά
Μετάφραση: σωληνοειδής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
buisvormig, buisvormige, tubulaire, buis, kokervormige
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σωληνοειδής
σωληνοειδήσ βαλβίδα, σωληνοειδής μαστός, σωληνοειδής όραση, σωληνοειδής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, σωληνοειδής στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- σωλήνας στα ολλανδικά - metro, tabakspijp, roer, leidingen, loop, steel, pijp, ...
- σωλήνωση στα ολλανδικά - roer, buis, steel, pijp, leidingen, loop, kanaal, ...
- σωμάτιο στα ολλανδικά - pilletje, lichaampje, corpuscle, bloedlichaampjes, deeltje
- σωματίδιο στα ολλανδικά - deel, deeltje, item, jaartelling, partikel, deeltjes, deeltjesgrootte, ...
Τυχαίες λέξεις
Σωληνοειδής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: buisvormig, buisvormige, tubulaire, buis, kokervormige
Μεταφράσεις: buisvormig, buisvormige, tubulaire, buis, kokervormige