Σωληνοειδής στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: σωληνοειδής, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тубуларна, во вид на цевка, цевчести, тубуларни, цевчест
Σωληνοειδής στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σωληνοειδής

σωληνοειδήσ βαλβίδα, σωληνοειδής μαστός, σωληνοειδής όραση, σωληνοειδής λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σωληνοειδής στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • σωλήνας στα σλαβομακεδονικά - цевка, цевки, туба, цевката, цевка за
  • σωλήνωση στα σλαβομακεδονικά - цевки, цевка, цевковод, цевки од
  • σωμάτιο στα σλαβομακεδονικά - корпускуларен
  • σωματίδιο στα σλαβομακεδονικά - честички, честичка, на честички, честица, честичките
Τυχαίες λέξεις
Σωληνοειδής στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: тубуларна, во вид на цевка, цевчести, тубуларни, цевчест