Toer στα ελληνικά
Μετάφραση: toer, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταξιδεύω, επενδύω, ταξίδι, εκστρατεία, παρατάσσω, ταξιδάκι, ρυτίδα, πεδικλώνω, γραμμή, εκδρομή, περιοδεία, περιήγηση, ξενάγηση, περιοδειών, περιοδείας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aanslag στα ελληνικά - κλιμάκωση, κλίμακα, κλίμακας, πινελιά, υγρασία, αγγίζω, λέπι, ...
- assimilatie στα ελληνικά - απορρόφηση, αφομοίωση, αφομοίωσης, εξομοίωσης, εξομοίωση, την αφομοίωση
- metaal στα ελληνικά - μέταλλο, μετάλλου, μετάλλων, μεταλλικό, μεταλλικά
- ondersteunen στα ελληνικά - συμπαράσταση, υποστήριγμα, στήριγμα, βοήθεια, για, στην, να, ...
Τυχαίες λέξεις
Toer στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταξιδεύω, επενδύω, ταξίδι, εκστρατεία, παρατάσσω, ταξιδάκι, ρυτίδα, πεδικλώνω, γραμμή, εκδρομή, περιοδεία, περιήγηση, ξενάγηση, περιοδειών, περιοδείας
Μεταφράσεις: ταξιδεύω, επενδύω, ταξίδι, εκστρατεία, παρατάσσω, ταξιδάκι, ρυτίδα, πεδικλώνω, γραμμή, εκδρομή, περιοδεία, περιήγηση, ξενάγηση, περιοδειών, περιοδείας