Τουρσί στα ολλανδικά

Μετάφραση: τουρσί, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
inleggen, inmaken, augurk, pickle, groenten in het zuur, zuur
Τουρσί στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τουρσί

τουρσί συνταγή, τουρσί λαχανικών, τουρσί κουνουπίδι, τουρσί ετυμολογία, τουρσί λάχανο, τουρσί λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τουρσί στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τουρνέ στα ολλανδικά - steekspel, toernooi, tour, toer, tocht, rondreis, rondleiding
  • τουρνουά στα ολλανδικά - toernooi, steekspel, toernooien, tornooi, tournament
  • τουρτουρίζω στα ολλανδικά - trillen, huiveren, bibberen, beven, rillen, rillingen, rillende, ...
  • τουφέκι στα ολλανδικά - musket, roer, geweer, rifle, wapen, buks
Τυχαίες λέξεις
Τουρσί στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: inleggen, inmaken, augurk, pickle, groenten in het zuur, zuur