Φαγεντιανή στα ολλανδικά

Μετάφραση: φαγεντιανή, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
plateel, plateelwerk, faience, aardewerk, faïence
Φαγεντιανή στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φαγεντιανή

φαγεντιανή γη, φαγεντιανή λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φαγεντιανή στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • φίνος στα ολλανδικά - geldboete, teder, iel, kieskeurig, boete, subtiel, fraai, ...
  • φαίνομαι στα ολλανδικά - verbeiden, blijken, opdraven, schijnen, voorkomen, uitkomen, verschijnen, ...
  • φαγητό στα ολλανδικά - eten, voedsel, voeder, gerecht, etenswaar, voedingsmiddel, voeding, ...
  • φαγούρα στα ολλανδικά - kriebelen, krieuwelen, jeuken, jeuk, itch, jeuk te
Τυχαίες λέξεις
Φαγεντιανή στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: plateel, plateelwerk, faience, aardewerk, faïence