Φερέοικος στα ολλανδικά
Μετάφραση: φερέοικος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zwervend, nomadisch, fereoikos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φερέοικος
σαλιγκάρια φερέοικος, φερέοικος γεύσεις, φερέοικος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φερέοικος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- φεντεραλιστής στα ολλανδικά - federalistische, federalist, federalistisch, federale, federalisten
- φερέγγυος στα ολλανδικά - oplosmiddel, betrouwbaar, vertrouwd, solvent, oplossing, betrouwbare, als betrouwbaar, ...
- φεριμπότ στα ολλανδικά - pontveer, overzetboot, bak, veerpont, schouw, pont, veerboot, ...
- φερόμενος στα ολλανδικά - vermeende, vermeend, beweerde, veronderstelde, de vermeende
Τυχαίες λέξεις
Φερέοικος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zwervend, nomadisch, fereoikos
Μεταφράσεις: zwervend, nomadisch, fereoikos