Φθορισμός στα ολλανδικά

Μετάφραση: φθορισμός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
fluorescentie, de fluorescentie, van fluorescentie, fluorescentie-
Φθορισμός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φθορισμός

φθορισμός χλωροφύλλης, φθορισμός ορισμός, φθορισμός μήκος κύματος, φθορισμός ακτίνων χ, κυτταροπλασματικός φθορισμός, φθορισμός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φθορισμός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • φθονώ στα ολλανδικά - benijden, betreuren, misgunnen, bejammeren, afgunst, jaloezie, wangunst, ...
  • φθορά στα ολλανδικά - verrotten, bederf, verval, berouw, slijtage, dragen, slijten, ...
  • φθόνος στα ολλανδικά - benijden, wangunst, jaloezie, afgunst, misgunnen, nijd, geelzucht, ...
  • φθόριο στα ολλανδικά - fluorine, fluor, fluor-, van fluor
Τυχαίες λέξεις
Φθορισμός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: fluorescentie, de fluorescentie, van fluorescentie, fluorescentie-