Φιλανθρωπία στα ολλανδικά

Μετάφραση: φιλανθρωπία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
welwillendheid, liefdadigheid, naastenliefde, liefdadigheidsinstelling, goede doel, goed doel
Φιλανθρωπία στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φιλανθρωπία

φιλανθρωπία γνωμικά, φιλανθρωπία αποφθέγματα, φιλανθρωπία λεξικό, φιλανθρωπία διπλωματία και business, φιλανθρωπία και αλληλεγγύη, φιλανθρωπία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φιλανθρωπία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • φιλί στα ολλανδικά - kus, zoen, kussen, zoenen, kiss, kus van
  • φιλία στα ολλανδικά - vriendschap, vriend, als vriend, de vriendschap, vriendschap aan
  • φιλαράκος στα ολλανδικά - paren, makker, kornuit, echtgenote, kameraad, eega, maat, ...
  • φιλαργυρία στα ολλανδικά - vrekkigheid, schraperigheid, inhaligheid, gierigheid, hebzucht, avarice, de hebzucht, ...
Τυχαίες λέξεις
Φιλανθρωπία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: welwillendheid, liefdadigheid, naastenliefde, liefdadigheidsinstelling, goede doel, goed doel