Φιλοδοξία στα ολλανδικά

Μετάφραση: φιλοδοξία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
streven, ambitie, eerzucht, de ambitie, ambities
Φιλοδοξία στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φιλοδοξία

φιλοδοξία english, φιλοδοξία λεξικό, φιλοδοξία στα αγγλικά, φιλοδοξία συνώνυμο, φιλοδοξία αγγλικα, φιλοδοξία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φιλοδοξία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • φιλικός στα ολλανδικά - bevriend, vriendelijk, beminnelijk, amicaal, lief, aardig, zoet, ...
  • φιλμ στα ολλανδικά - rolprent, film, folie, film te, de film, films
  • φιλοδοξώ στα ολλανδικά - nastreven, najagen, streven, ambiëren, Aspire, streef, de Aspire
  • φιλοδώρημα στα ολλανδικά - douceurtje, fooi, gratificatie, gratifikatie, Tarieven Fooi, gratuity
Τυχαίες λέξεις
Φιλοδοξία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: streven, ambitie, eerzucht, de ambitie, ambities