Streven στα ελληνικά

Μετάφραση: streven, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκδικάζω, φιλοδοξία, βλέψη, προσπαθώ, δοκιμάζω, προσπάθεια, πασχίζω, απόπειρα, απορρόφηση, σκοπός, στόχο, στόχος, σκοπό, στόχου
Streven στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • strengelen στα ελληνικά - κουρδίζω, αιολική, άνεμος, στεφανώ, τυλίγω, δίνω το σχήμα στέφανου
  • strengheid στα ελληνικά - αυστηρότητα, σκληρότητα, δριμύτητα, σοβαρότητα, σοβαρότητας, βαρύτητα
  • strijd στα ελληνικά - αγώνας, μάχη, διαπληκτίζομαι, καυγάς, συμπλοκή, αγωνίζομαι, καυγαδίζω, ...
  • strijden στα ελληνικά - μάχη, μάχομαι, καταπολεμώ, αγωνίζομαι, αγώνας, πάλη, καταπολέμηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Streven στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκδικάζω, φιλοδοξία, βλέψη, προσπαθώ, δοκιμάζω, προσπάθεια, πασχίζω, απόπειρα, απορρόφηση, σκοπός, στόχο, στόχος, σκοπό, στόχου