Φιλοδώρημα στα ολλανδικά
Μετάφραση: φιλοδώρημα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
douceurtje, fooi, gratificatie, gratifikatie, Tarieven Fooi, gratuity
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φιλοδώρημα
σωστό φιλοδώρημα, φιλοδώρημα σημασία, φιλοδώρημα σημαίνει, φιλοδώρημα αφυπηρέτησης, φιλοδώρημα βικιλεξικο, φιλοδώρημα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φιλοδώρημα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- φιλοδοξία στα ολλανδικά - streven, ambitie, eerzucht, de ambitie, ambities
- φιλοδοξώ στα ολλανδικά - nastreven, najagen, streven, ambiëren, Aspire, streef, de Aspire
- φιλονικία στα ολλανδικά - twisten, herrie, ruzie, dispuut, ruziën, redetwist, kiften, ...
- φιλοξενία στα ολλανδικά - gastvrijheid, hospitality, horeca, de gastvrijheid
Τυχαίες λέξεις
Φιλοδώρημα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: douceurtje, fooi, gratificatie, gratifikatie, Tarieven Fooi, gratuity
Μεταφράσεις: douceurtje, fooi, gratificatie, gratifikatie, Tarieven Fooi, gratuity