Φλογερά στα ολλανδικά
Μετάφραση: φλογερά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vurig, ardently, hartstochtelijk, ijverig, vuriger
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φλογερά
φλογερά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, φλογερά στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- φλεγόμενος στα ολλανδικά - verterend, gloeiend, verzendend, een vuur, brand, in brand, brandend, ...
- φλιτζάνι στα ολλανδικά - beker, kop, kopje, cup, kop van
- φλογερός στα ολλανδικά - vurig, hartstochtelijk, verterend, gloeiend, brandend, verzendend, Fiery, ...
- φλογισμένος στα ολλανδικά - pijnlijk, pijnlijke plek, pijnlijke, zere, pijn
Τυχαίες λέξεις
Φλογερά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vurig, ardently, hartstochtelijk, ijverig, vuriger
Μεταφράσεις: vurig, ardently, hartstochtelijk, ijverig, vuriger