Χαρτί στα ολλανδικά

Μετάφραση: χαρτί, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dagblad, papier, krant, blad, akte, courant, document, bescheid, papieren, paper, het papier
Χαρτί στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χαρτί

χαρτί περιτυλίγματος, χαρτί μιλιμετρέ, χαρτί velvet, χαρτί α4, χαρτί υγείας, χαρτί λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χαρτί στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • χαρούμενος στα ολλανδικά - opgewekt, lustig, vrolijk, verblijd, blij, verheugd, goedgeluimd, ...
  • χαρτένιος στα ολλανδικά - dagblad, papier, akte, document, courant, krant, blad, ...
  • χαρτογραφώ στα ολλανδικά - kaart, chartografo
  • χαρτοπετσέτα στα ολλανδικά - servet, narcotize, ons servet, servetje, maandverband
Τυχαίες λέξεις
Χαρτί στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: dagblad, papier, krant, blad, akte, courant, document, bescheid, papieren, paper, het papier