Courant στα ελληνικά

Μετάφραση: courant, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαρτένιος, εφημερίδα, χαρτί, ρεύμα, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, τρέχουσας
Courant στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • coupon στα ελληνικά - κουπόνι, τοκομερίδιο, κουπονιού, τοκομεριδίου, τοκομεριδίων
  • coupé στα ελληνικά - μέρος, διαμέρισμα, διαμερίσματος, θαλάμου, θάλαμο, θήκη
  • couvert στα ελληνικά - φάκελος, κάλυμμα, κάλυψη, εξώφυλλο, καλύμματος, κάλυψης
  • cowboy στα ελληνικά - καουμπόη, καουμπόι, κάουμποϋ, καουμπόικες
Τυχαίες λέξεις
Courant στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαρτένιος, εφημερίδα, χαρτί, ρεύμα, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, τρέχουσας