Χυμώδης στα ολλανδικά

Μετάφραση: χυμώδης, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zinnelijk, sappig, sappige, juicy
Χυμώδης στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χυμώδης

χυμώδης ίνα, χυμώδης συνώνυμα, χυμώδης λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χυμώδης στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • χυδαίος στα ολλανδικά - plat, triviaal, onbenullig, vulgair, grof, gemeen, vulgaire
  • χυμός στα ολλανδικά - stommeling, sap, domkop, sufferd, zot, domoor, malloot, ...
  • χυτήριο στα ολλανδικά - gieterij, gieterijen, de gieterij, voor gieterijen
  • χωλαίνω στα ολλανδικά - hinken, strompelen, hobble, strompel, haperenheid
Τυχαίες λέξεις
Χυμώδης στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: zinnelijk, sappig, sappige, juicy