Χωρητικότητα στα ολλανδικά
Μετάφραση: χωρητικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
capaciteit, vermogen, hoedanigheid, bekwaamheid, inhoud
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: χωρητικότητα
χωρητικότητα container, χωρητικότητα οακα, χωρητικότητα ελληνικών γηπέδων, χωρητικότητα καυτατζογλειο, χωρητικότητα dvd, χωρητικότητα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, χωρητικότητα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- χωρίς στα ολλανδικά - zonder, zonder dat, zonder te, geen
- χωρίστρα στα ολλανδικά - scheiding, afscheid, scheiden, het afscheid, afsteken
- χωριάτης στα ολλανδικά - plattelander, landman, boer, pummel, vlegel, Boor, barbaar, ...
- χωρισμός στα ολλανδικά - schifting, scheiding, afscheiding, clausuur, scheiden, gescheiden, de scheiding
Τυχαίες λέξεις
Χωρητικότητα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: capaciteit, vermogen, hoedanigheid, bekwaamheid, inhoud
Μεταφράσεις: capaciteit, vermogen, hoedanigheid, bekwaamheid, inhoud